κληρικός Συνώνυμα


Κληρικός Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • κληρικός.
  • υπουργός, ιερέας, ραβίνος, κληρικός, πατέρα, πάστορας, θεία, εφημέριος, ιεροκήρυκας, αιδεσιμότατος, ιεράρχης, εφημέριου, canon.
κληρικός Συνώνυμο συνδέσεις: κληρικός, υπουργός, ιερέας, κληρικός, πάστορας, θεία, εφημέριος, ιεροκήρυκας, αιδεσιμότατος, εφημέριου, canon,