ευνοϊκές Συνώνυμα


Ευνοϊκές Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ευεργετική, συμφέρουσα, βολικό, χρήσιμο.
  • πολλά υποσχόμενος, ευοίωνο και ευνοϊκό, τυχεροί, επίκαιρη, τυχερός.
ευνοϊκές Συνώνυμο συνδέσεις: βολικό, τυχερός,

ευνοϊκές Αντώνυμα