επαίσχυντη Συνώνυμα


Επαίσχυντη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ντροπή, αγενής, άδοξα, διεφθαρμένη, αργυρώνητος, αδίστακτοι, κακόφημο, ξεδιάντροπη, αναξιόπιστος, σκανδαλώδες, διαβόητη, ασυνείδητη, κατεργάρης.
επαίσχυντη Συνώνυμο συνδέσεις: ντροπή, αγενής, διεφθαρμένη, αργυρώνητος, αδίστακτοι, ξεδιάντροπη, αναξιόπιστος, ασυνείδητη, κατεργάρης,

επαίσχυντη Αντώνυμα