εξωγενής Συνώνυμα


Εξωγενής Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • συμπτωματικές, άσχετο, περιφερική, εξωγενείς, άυλο, μη αναγκαίες, εξωτερική, τυχαία, οριακό και επιπλέον, περιττή, εκτός από το σημείο.
εξωγενής Συνώνυμο συνδέσεις: άσχετο, περιφερική, εξωγενείς, τυχαία, περιττή,

εξωγενής Αντώνυμα