ελαττωματικό Συνώνυμα


Ελαττωματικό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ατελής, αμαυρώθηκαν, ραγισμένος, ελαττωματικό, subnormal, υποβαθμισμένα, εδά, σπασμένα, φτωχούς, ανεπαρκής, εκτός λειτουργίας.
  • ελαττωματικό, παρακείμενος, ασθενής, με προβλήματα όρασης, λάθος, εσφαλμένη, μη ικανοποιητική, διεφθαρμένη, καταδικαστέες, ένοχη, ψευδείς, αναληθές.
ελαττωματικό Συνώνυμο συνδέσεις: ελαττωματικό, subnormal, υποβαθμισμένα, σπασμένα, ανεπαρκής, εκτός λειτουργίας, ελαττωματικό, παρακείμενος, ασθενής, λάθος, εσφαλμένη, διεφθαρμένη, καταδικαστέες, ένοχη, ψευδείς,

ελαττωματικό Αντώνυμα