ασαφής Συνώνυμα


Ασαφής Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αόριστη, θολή, αόριστες, δυσδιάκριτος, ασαφής, ομιχλώδη, δαχτυλιές, beclouded, θολά, θολό, αόριστο, διφορούμενη.
  • ο περονόσπορος, τριχωτό, κατσαρός, μάλλινα, συνέρευσαν, χνουδωτή, ινώδη, αφράτο, βελούδινη, ομοιάζων με ξαντόν.
ασαφής Συνώνυμο συνδέσεις: αόριστες, ασαφής, θολά, θολό, αόριστο, ο περονόσπορος, βελούδινη,

ασαφής Αντώνυμα