αποσπασματικά Συνώνυμα


Αποσπασματικά Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ασυνάρτητο, πεζοπορία, επεισοδιακή, αποδιοργανωμένη, χαλαρά, ακανόνιστη, ασύνδετος, σπασμωδικές, ακανόνιστο, παράλογη, αποσυνδεθεί, ασυνεχής, διαζευγμένα.
  • σταδιακή, βήμα προς βήμα, επαυξητική, ασταθής, αποσπασματική, ανώμαλος, μερική, διακόπτεται, διαλείπουσα, ανόμοια.
αποσπασματικά Συνώνυμο συνδέσεις: επεισοδιακή, ακανόνιστη, ασύνδετος, σπασμωδικές, παράλογη, αποσυνδεθεί, σταδιακή, ασταθής, αποσπασματική, ανώμαλος, μερική, ανόμοια,

αποσπασματικά Αντώνυμα