αποσυνδεθεί Συνώνυμα


Αποσυνδεθεί Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ασυνάρτητο, πεζοπορία, περιπλάνηση, επεισοδιακή, ασυνεχής, μπερδεμένες, άσκοπος, ασύνδετος, ασυνεπής, έξαλλος, τρελός, φλυαρία, παράλογη.
αποσυνδεθεί Συνώνυμο συνδέσεις: περιπλάνηση, επεισοδιακή, μπερδεμένες, άσκοπος, ασύνδετος, ασυνεπής, έξαλλος, τρελός, φλυαρία, παράλογη,

αποσυνδεθεί Αντώνυμα