αδάμαστο Συνώνυμα


Αδάμαστο Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ανίκητος, ανυπότακτη, ανυποχώρητη, αποφασιστική, σταθερή, επίμονη, θαρραλέος.
αδάμαστο Συνώνυμο συνδέσεις: ανίκητος, αποφασιστική, σταθερή, επίμονη, θαρραλέος,

αδάμαστο Αντώνυμα