αγορά Συνώνυμα


Αγορά Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • αγορά, επενδύσεων, εσόδων, απόκτηση, προμήθεια, κατοχή, ιδιότητα, περιουσιακό στοιχείο, κέρδος, πλεονέκτημα, έρεισμα.
  • αγορά, πλατεία, plaza, παζάρι, mart, εμπορικό κέντρο, piazza, αγορα.
  • αγοραστές, τους πελάτες, τους καταναλωτές, τους αγοραστές, πελατεία, αιγίδα, δημόσιας, εκλογική περιφέρεια, κοινό.
  • εμπόριο, επιχείρηση, σχέσεις, κυκλοφορίας, φορτηγό, ανταλλαγή, επαφή, συναλλαγές, ζήτηση.

Αγορά Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • αγορά, πληρώνουν για, επενδύουν σε, αποκτούν, αποκτήσετε, πάρει, αποκτήσουν, κερδίσει, συλλέγουν, προμηθεύονται, επίτευξη, έρχονται, ασφαλή, λύτρα, εξαργυρώσετε, θυσιάσει.
αγορά Συνώνυμο συνδέσεις: αγορά, εσόδων, κατοχή, κέρδος, πλεονέκτημα, έρεισμα, αγορά, πλατεία, plaza, παζάρι, mart, piazza, αγορα, πελατεία, αιγίδα, κοινό, επιχείρηση, σχέσεις, κυκλοφορίας, φορτηγό, ανταλλαγή, επαφή, αγορά, αποκτήσουν, προμηθεύονται, επίτευξη, έρχονται,

αγορά Αντώνυμα