Σπείρετε Συνώνυμα


Σπείρετε Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • διανομή, διανείμετε, διάδοση, να εμφύτευμα, διαλύσει, μεταδίδεται, να καταθέσει, να εισφέρει, κυκλοφορούν.
  • σπόρων, φυτών, αυξήσει, να μεγαλώνουν, imbed, γονιμοποίησε, να τον εμποτισμό, να σκορπίσει, κερδοφόρα.
Σπείρετε Συνώνυμο συνδέσεις: διανομή, διάδοση, διαλύσει, κυκλοφορούν, αυξήσει, κερδοφόρα,