Περιορίσεις Συνώνυμα


Περιορίσεις Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • περιορισμό, περιορίζουν, οριοθετούν, συγκράτηση, περιορίσετε, δεσμεύουν, σφίγγω, κράμπα, στενό, στρίφωμα, στενοχωρώ, ρυθμίζουν, πληρούν τις προϋποθέσεις, μειονέκτημα, ακινητοποίηση.
Περιορίσεις Συνώνυμο συνδέσεις: οριοθετούν, συγκράτηση, δεσμεύουν, σφίγγω, στενοχωρώ, μειονέκτημα, ακινητοποίηση,

Περιορίσεις Αντώνυμα