Μαλώνει Συνώνυμα
Μαλώνει Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- αμφισβητεί, η παρεξήγηση, ισχυρισμό, φιλονικία, η αντιπαράθεση, που τρέχει, σε φιλονικία, διαπληκτισμούς, διαμάχη, διαφωνία, παύση, καβγαδάκι, φασαρία, ξέφτισμα, επιχείρημα, έφτυσε, ραβέντι.
Μαλώνει Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- αμφισβητεί, υποστηρίζουν, καταπολέμηση, πέφτουν έξω, διαφωνούν, διαφέρουν, καυγαδάκι, λογομαχούν, ο καυγάς, σύγκρουση, φιλονικία, δοκαριού.
- λεπτολογούσε, ενετόπισε αποδοκιμάζουν, αντικείμενο, διαμαρτύρονται, διαλέξτε, επικρίνουν, κυπρίνος, nitpick.