Καρώ Συνώνυμα


Καρώ Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ποικίλη, διαφοροποιημένη, διαφοροποιημένα, ακανόνιστη, ευμετάβολος, κυμαινόμενες, ευμετάβλητος, άστατος, άνιση και πολύπλευρη.
Καρώ Συνώνυμο συνδέσεις: ποικίλη, ακανόνιστη, ευμετάβλητος, άστατος,

Καρώ Αντώνυμα