Διεστραμμένος Συνώνυμα
Διεστραμμένος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- αποκλίνουν, εγκληματίας, παράλογη, αποκλίνουσα, debauchee.
Διεστραμμένος Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- διεφθαρμένη, υποτιμήσει, δελεάσει, να ακυρώσει, κατάχρηση, οδηγήσει παραπλανάται, να διαφθείρω, να αποπλανεί, διαφθείρουν.
- παρερμηνευθεί αυτό, παρερμηνεύουν, στρεβλώνουν, πλαστογράφηση, διαλέγω πάνω, τεντώστε, συστροφή, αγωνίζομαι.