Απελπισίας Συνώνυμα


Απελπισίας Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • απερισκεψία, heedlessness, θλιμμένο, φρενίτιδα, τόλμη, περιφρόνηση, άκρο, κινδύνου, precipitateness, βιασύνη.
Απελπισίας Συνώνυμο συνδέσεις: φρενίτιδα, τόλμη, περιφρόνηση, βιασύνη,

Απελπισίας Αντώνυμα