Περιηγηθείτε σε όλα Συνώνυμα


  • Ατυχία Συνώνυμα: καταστροφή, ζημία, βλάβη, πάθημα, χτύπημα, κακό, ατύχημα, αντίστροφη, οπισθοδρόμηση.αντιξοότητες, θλίψη, δυστυχία, πρόβλημα, κακό, καταστροφή, κακή τύχη, αναστάτωση.
  • Άτυχος Συνώνυμα: δυσοίωνος, δύσμοιρο, καταστροφική, άμοιρος, ανεπιτυχής, ατυχή, unprosperous, ολέθρια, δυσώνυμα, καταραμένος, δυστυχισμένος, άθλια.
  • Αυγή Συνώνυμα: χαραυγή, ανατολή του ηλίου, ανατολή, φως της ημέρας, το πρωί, aurora.ξεκινώντας, έναρξη, άνοιγμα, έναρξη, ξύπνημα, πρώτη κοκκινίζει, γέννηση, κλίση, άνοιξη, εμφάνιση, έναρξη, προέλευσης, εγκαίνια.
  • Αυγό Συνώνυμα: υποκινούν.ωάριο, το ωάριο, έμβρυο.
  • Αύγουστο Συνώνυμα: majestic, grand, επιβολή, σεβάσμιος, ένδοξο, υπερυψωμένα, αξιοπρεπή, αρχοντική, επιφανείς, διακεκριμένους, επιφανής, εκτιμητέο, ευγενή, βαρύ, σημαντική.
  • Αυθάδεια Συνώνυμα: αυθάδεια.αυθάδεια, έλλειψη σεβασμού, αγένεια, περιφρόνηση, αλαζονεία, αλαζονεία, τεκμήριο, surliness, προπέτειας, θράσος, αγένεια, μάγουλο, θράσος, εκδικητικούς, χοληδόχου, νεύρο.
  • Αυθάδης Συνώνυμα: αυθάδης, αναιδής, θράσος, επιπόλαιος, pert, αναιδής, αυθάδης, bratty, προς τα εμπρός, ασεβείς.ασεβείς, αναιδής,...
  • Αυθεντία Συνώνυμα: εμπειρογνώμονας, φασκόμηλο, γκουρού, στοχαστής, οδηγός, μέντορας, σοφός, αρχή, φιλόσοφος, master, οδηγός, εγκέφαλος, oracle, προφήτης, forecaster.
  • Αυθεντικό Συνώνυμα: γνήσια, πραγματική, πραγματική, αληθινή, καθαρό, πραγματική, πραγματολογικές, νόμιμη, καλόπιστη, simon-pure.
  • Αυθόρμητη Συνώνυμα: φυσικά, χωρίς περιορισμούς, ανεμπόδιστη, παρορμητικός, ακατάσκευη, αυτοσχεδιαστικό, unrehearsed, απρογραμμάτιστη,...
  • Άυλα Συνώνυμα: ανεπαίσθητος, ανεπαίσθητη, άυλο, επουσιώδη, φευγαλέα, αόρατο, παροδικά, σκιερά, αόριστο, ασώματα, απατηλή, φανταστικό, φάντασμα, ονειρικό, χιμαιρική.
  • Αυλάκι Συνώνυμα: αυλάκι, ρυτίδων, πτυχή, γραμμή, βαθούλωμα, κανάλι, χαράκωμα, αποτελμάτωση, κοίλο, κοιλότητα, rabbet, corrugation, εσοχή,...
  • Αυνανισμός Συνώνυμα: onanism, κακοποίησης.
  • Αυξηθεί Συνώνυμα: αύξηση, επέκταση, πρηστεί, μεγέθυνση, επέκταση, μακρύνει.φυτρώνουν, εκτιναχθεί, φυτοζωούν, βλαστήσουν,...
  • Αυξημένα Συνώνυμα: εξυψώνεται, ευγενή, ευγενής, αξιοπρεπή, grand, επιφανείς, υψηλόφρονες, μαγευτικό, αρχοντική, ολυμπίου.
  • Αυξήσει Συνώνυμα: εντείνει, ενίσχυση, αυξήσει, ακονίστε, ενισχύουν, επιδεινώσει, ενίσχυση, αύξηση, ενίσχυση, μεγιστοποίηση,...
  • Αύξηση Συνώνυμα: αύξηση, προσθήκη, κέρδος, κλίση, ανύψωση, συμπλήρωμα, εκ των προτέρων, αυξητική, βελτίωση, ανάπτυξη,...
  • Αύρα Συνώνυμα: ατμόσφαιρα, ατμόσφαιρα, διάθεση, αίσθημα, αέρα, άρωμα, εκπόρευση, πνεύμα, au revoir αντίο.
  • Αυστηρές Συνώνυμα: αυστηρή, σοβαρή, απαιτητική, απαιτητικό, δύσκολο, σκληρό, αυστηρή, σκληρή, απαιτητικό, άκαμπτο, αυστηρός, επιχείρηση, αμείλικτη, σκληρό, σφιχτά, σκληρή, άκαμπτη.
  • Αυστηρή Συνώνυμα: επιθετική.
  • Αυστηρός Συνώνυμα: κρίσιμη, κακόβουλη, υποτιμητικά, καταχρηστική, διαμαρτύρονται, υπερβολικά αυστηρός, faultfinding, υποτιμητικό, querulous, σοβαρή, δύστροπος, καταδικαστικό.
  • Αυστηρότητα Συνώνυμα: ακρίβεια, ακριβείας, ακρίβεια, ακρίβεια, ορθότητα, σχολαστικότητα, punctiliousness, σχολαστικότητα, finicalness,...
  • Αυταπάρνηση Συνώνυμα: αυτοσυγκράτηση, αυτοθυσία, self-abnegation, ανιδιοτέλεια, ανιδιοτέλεια, αυτοπειθαρχία, ασκητισμός, μοναχισμός,...
  • Αυταπάτη Συνώνυμα: παραίσθηση, φαντασίωση, φάντασμα, ανύπαρκτο, mirage, παρερμηνεία, παρεξήγηση, αυταπάτη, εκτροπή, εμμονή, παραλήρημα, τρέλα, παραφροσύνη, παραλογισμού, τρέλα.
  • Αυταπόδεικτη Αλήθεια Συνώνυμα: κοινοτοπία, βρωμιούχο, κλισέ, πριόνι, κοινοτοπία, κοινός τόπος, κάστανο, παροιμία, γνωμικό, αξίωμα, συνώνυμο, δίδαγμα.
  • Αυτάρεσκο Συνώνυμα: αυτάρεσκος, εφησυχάζουμε, φαντασμένος, αυτάρεσκος, αυτοπεποίθηση, υπερβέβαιος, αναιδής, θριαμβευτική, ατάραχος, ήρεμα και γαλήνια.
  • Αυτάρεσκος Συνώνυμα: φαντασμένος, αλαζονική, αγέρωχος, αναιδής, πομπώδες, μάταια, εγωιστικό, εγωκεντρικός, υπεροπτική, κομπαστικός, αυτάρεσκο, δογματικός, θράσους, swaggering, υπερφίαλος, swellheaded.
  • Αυτάρκης Συνώνυμα: αυτοδύναμη.
  • Αυταρχική Συνώνυμα: απολυταρχικός, απολυταρχικός, απολυταρχική, επιβάλλει την πειθαρχία, δικτάτορας.αυστηρή, άκαμπτο, ορθόδοξη,...
  • Αυταρχικό Συνώνυμα: επίμονη, αυθαίρετη, καταθλιπτικός, δογματική, δογματικός, αλαζονική, δικτατορικό, αγέρωχη, αυταρχικό,...
  • Αυταρχικός Συνώνυμα: αυταρχικός, δεσποτικός, αυταρχικός, αρχοντικό, αλαζονική, αυθαίρετη, περιορισθούμε, δεσποτικό, δικτατορικό,...
  • Αυτο Συνώνυμα: ατομικότητα, χαρακτήρα, ταυτότητα, φύση, όντας, ουσία, αυτονομία, ιδιαιτερότητας, μοναδικότητα, πνεύμα,...
  • Αυτο-Διοίκησης Συνώνυμα: αυτο-ελέγχου.
  • Αυτο-Ελέγχου Συνώνυμα: αυτοπειθαρχία, αυτο-διοίκησης, αυτοκυριαρχία, αυτοσυγκράτηση, αυτοκυριαρχία, αυτοδιοίκηση, δύναμη της...
  • Αυτο-Ικανοποίηση Συνώνυμα: αυταρέσκεια, εφησυχασμό, φαρισαϊσμό, έπαρση, εγωισμό, ναρκισσισμός, υπερηφάνεια, ματαιοδοξία, αυτοεκτίμηση, αυτοσεβασμός.
  •