ψύχραιμη Συνώνυμα


Ψύχραιμη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • unexcitable προ!, ατάραχος, αποτελείται από, συλλέγονται, εύκρατο, γαλήνια, νηφάλιος, δροσερό, coldblooded.
  • απρόσωπο, αποκόλληση, αμερόληπτη, ανιδιοτελής, χωρίς προκαταλήψεις, στόχος, δίκαιη, ακριβώς.
ψύχραιμη Συνώνυμο συνδέσεις: ατάραχος, συλλέγονται, γαλήνια, νηφάλιος, δροσερό, coldblooded, αμερόληπτη, ανιδιοτελής, χωρίς προκαταλήψεις, δίκαιη, ακριβώς,

ψύχραιμη Αντώνυμα