μέδουσες Συνώνυμα


Μέδουσες Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • pushover, waverer, vacillator, εύπιστος, milksop, γλυκανάλατος, μύτη & αφτιά, αδύναμος, δειλός.
μέδουσες Συνώνυμο συνδέσεις: pushover, εύπιστος, milksop, δειλός,

μέδουσες Αντώνυμα