λαϊκή Συνώνυμα


Λαϊκή Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αυτόχθονες, δημοφιλή, τοπικές, μητρική, πρωτόγονη, αυτόχθων, ιδιωματική, περιφερειακών, τοπικιστικά, unschooled, απλές, άξεστος, ερασιτέχνες.

Λαϊκή Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • ανθρώπους, φυλή, έθνος, πληθυσμού, κάστα.
λαϊκή Συνώνυμο συνδέσεις: αυτόχθονες, μητρική, πρωτόγονη, τοπικιστικά, απλές, άξεστος, φυλή, έθνος, κάστα,

λαϊκή Αντώνυμα