κινητό Συνώνυμα


Κινητό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • κινητά, ατμομηχανή, φορητό, περιπατητικός, motile.
  • μεταβλητό, ζωηρή, εκφραστική, ευαίσθητος, κακεντρεχές, άστατος, πτητικό.
  • προοδευτική, μετατόπιση, δυναμική, ελεύθερη, διαφανής και πλουραλιστική.
κινητό Συνώνυμο συνδέσεις: κινητά, ατμομηχανή, ζωηρή, εκφραστική, ευαίσθητος, άστατος, προοδευτική, δυναμική,

κινητό Αντώνυμα