είσοδο Συνώνυμα


Είσοδο Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • διάδρομο, φουαγιέ, προθάλαμο, πέρασμα, όριο, πύλη, πόρτα, είσοδος, διάδρομος, προσέγγιση, πρόσβαση.
  • είσοδος, εγγραφή, ορεκτικό, πρόσβαση, εισόδου, υποδοχή, αποδοχή.

Είσοδο Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • απόλαυση, γοητεία, μεθύσουν συναρπάζει, μαγεύουν, enthrall, μεταφορές, spellbind.
  • υπνωτίζω, μαγεύω, μαγνητίσει, γοητεύω, hex.
είσοδο Συνώνυμο συνδέσεις: διάδρομο, φουαγιέ, προθάλαμο, πέρασμα, όριο, πύλη, πόρτα, προσέγγιση, εγγραφή, υποδοχή, αποδοχή, απόλαυση, γοητεία, enthrall, spellbind, υπνωτίζω, μαγεύω, μαγνητίσει, γοητεύω, hex,