γόνου Συνώνυμα


Γόνου Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • καταπακτή, συμπλέκτη, απογόνους, νεοσσών, babes, νέοι, σκουπίδια, φάροου, φύτρα, έφτυσε, οδγ, σπόρων προς σπορά, φρούτα, θέμα, είδος, οικογένεια, βρέφη, παιδιά.

Γόνου Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • εκνευρίζομαι, μελαγχολώ, πεύκο, αγωνιώ, μούσα, αναλογιστούν, συλλογίζομαι, το μετανιώσεις, ζυγίζουν, να στοχαστούν, σκόπιμη, θεωρούν, διαλογίζεται, εξετάσουμε, εικασίες.
γόνου Συνώνυμο συνδέσεις: καταπακτή, απογόνους, σκουπίδια, φύτρα, έφτυσε, φρούτα, θέμα, είδος, οικογένεια, εκνευρίζομαι, μελαγχολώ, πεύκο, αγωνιώ, συλλογίζομαι, το μετανιώσεις, σκόπιμη, εικασίες,