αρχέγονη Συνώνυμα


Αρχέγονη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αρχέγονο.
  • πρωτογενή.
  • πρωτόγονη, αρχέγονη, πρωτότυπη, αρχές, αρχαία, προϊστορικό, παρθένα, προγονική, προκατακλυσμιαία.
αρχέγονη Συνώνυμο συνδέσεις: πρωτόγονη, αρχέγονη, αρχαία, παρθένα, προκατακλυσμιαία,

αρχέγονη Αντώνυμα