ανέτρεψε Συνώνυμα


Ανέτρεψε Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • καθαιρέσουν, εκδιώξουν, απορρίψει, απαλλαγή, εκτοπίσει, αντικαταστήσει, αποδεικνύονται, εκχωρήσει, απαλλοτριώσει, φωτιά, αποκλείει το ενδεχόμενο, ήττα, σπάσει.
ανέτρεψε Συνώνυμο συνδέσεις: καθαιρέσουν, απορρίψει, απαλλαγή, εκτοπίσει, αντικαταστήσει, φωτιά, ήττα, σπάσει,

ανέτρεψε Αντώνυμα