σπάσει Συνώνυμα


Σπάσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • διαλύσει, κερδοφόρα, ξεχωριστά, μέρος, χωρίζουν, διαλύονται, τέλος, σταματήσει, αναστείλει, να απορρίψει, εσοχή, αναβολή.
  • κατάρρευση, ραγίσει επάνω, πάει στα κομμάτια, να έρθουν χώρια, καταρρεύσει, επιδεινωθεί, ιδρυτής, φθορά, παρακμή, διαλυθεί, αποτύχει.
σπάσει Συνώνυμο συνδέσεις: διαλύσει, κερδοφόρα, μέρος, χωρίζουν, διαλύονται, τέλος, σταματήσει, αναστείλει, εσοχή, αναβολή, κατάρρευση, επιδεινωθεί, ιδρυτής, φθορά, παρακμή,