άναρθρες Συνώνυμα


Άναρθρες Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ασυνάρτητο, ακατάληπτο, σιωπηλός, αλλοιωμένους, δυσδιάκριτος, λεκτική.
άναρθρες Συνώνυμο συνδέσεις: σιωπηλός, λεκτική,

άναρθρες Αντώνυμα