μαραζώνουν Αντώνυμα


Μαραζώνουν Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • ακμάζουσα, ανθηρή, αποτρίχωση, ανθοφορία, έντονη.

μαραζώνουν Συνώνυμα