θόλο Αντώνυμα


Θολό Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • διαυγής, συνεκτική, καθαρή σκέψη.
  • κρύσταλλο, σαφή, φρέσκα.

θόλο Συνώνυμα