Nauseated Συνώνυμα


Nauseated Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ζαλισμένος, άρρωστος, αηδιασμένοι, αδιάθετος, αηδία, απωθεί, τάση προς εμετό, qualmish, qualmy, ναυτία.
Nauseated Συνώνυμο συνδέσεις: ζαλισμένος, άρρωστος, αηδία, τάση προς εμετό, ναυτία,