φανατική Συνώνυμα


Φανατική Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ζήλο, υπερενθουσιώδη, ακραία, ριζοσπάστης, μονομανιακός, λυσσασμένος, παράλογη.
φανατική Συνώνυμο συνδέσεις: ζήλο, ακραία, παράλογη,

φανατική Αντώνυμα