τύλιγμα Συνώνυμα


Τύλιγμα Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • σπιράλ, συστροφή, σερπεντίνη, στραβό, καμπύλο, όλο στροφές, writhing, κάμψη, στροφή, βασανιστική, συσπείρωση, ξετύλιγμα.
τύλιγμα Συνώνυμο συνδέσεις: συστροφή, στροφή, βασανιστική,

τύλιγμα Αντώνυμα