παιδαριώδης Συνώνυμα


Παιδαριώδης Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • παιδιάστικη, ανώριμο, ανόητη, άπειρος, ημιμαθής, νεανική, βρεφικά, ανούσιος, ανεύθυνο, ανόητος, απερίσκεπτη, simpleminded, απρόσεκτης, αφελείς.
παιδαριώδης Συνώνυμο συνδέσεις: παιδιάστικη, ανόητη, άπειρος, ημιμαθής, νεανική, βρεφικά, ανούσιος, ανόητος, απερίσκεπτη, simpleminded, απρόσεκτης, αφελείς,

παιδαριώδης Αντώνυμα