παίζω Συνώνυμα


Παίζω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • στριφογύρισμα, βιολί, παιχνίδι, λαβή, μαϊμού με, νευριάζω, κουνάω, τινάσσομαι, περιστροφή, δάχτυλο, φασαρία με, ανόητος με, πότερ, τεμαχίζω, fribble.
  • τεμαχίζω, ανακατεύομαι, putter, να βρωμίσει, χαζεύω, εξαπατώ, να σε αδράνεια, να χαζεύω, κολλάει γύρω, το σακί, loll, σαλόνι, καρβέλι.
παίζω Συνώνυμο συνδέσεις: στριφογύρισμα, βιολί, παιχνίδι, μαϊμού με, νευριάζω, κουνάω, τινάσσομαι, περιστροφή, δάχτυλο, ανόητος με, πότερ, putter, εξαπατώ, loll, σαλόνι,

παίζω Αντώνυμα