κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων Συνώνυμα


Κλωστοϋφαντουργικών Προϊόντων Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • ύφασμα, υλικό, εμπορεύματα, αγαθών ναυπηγείων, νήματα, ίνα, κομμάτι εμπορευμάτων.
κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων Συνώνυμο συνδέσεις: ύφασμα, υλικό, νήματα, ίνα,