ιεροσυλία Συνώνυμα


Ιεροσυλία Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • παραβίαση, βεβήλωση, βλασφημία, ασέβεια, βωμολοχίες, ανομία, αθρησκεία, παρωδία.
ιεροσυλία Συνώνυμο συνδέσεις: βεβήλωση, βλασφημία, ασέβεια, παρωδία,

ιεροσυλία Αντώνυμα