επιμήκυνση Συνώνυμα


Επιμήκυνση Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • επιμηκύνει, τεντώσει, επεκτείνει, παρατείνει, να παρατείνουν, σύρετε έξω.
επιμήκυνση Συνώνυμο συνδέσεις: παρατείνει, να παρατείνουν, σύρετε έξω,

επιμήκυνση Αντώνυμα