εκλεκτική Συνώνυμα


Εκλεκτική Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • διαφορετικά, επιλεκτική, ευρεία, περιεκτική, φιλελεύθερη, καθολική, γενική, dilettantish.
εκλεκτική Συνώνυμο συνδέσεις: διαφορετικά, επιλεκτική, ευρεία, περιεκτική, καθολική, γενική,

εκλεκτική Αντώνυμα