διχαστική Συνώνυμα


Διχαστική Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αναστάτωση, παράφωνη, ανησυχητική, όχι αρμονικός, προβληματική, προκλητική, καταστροφή, estranging, αποξένωσης, αντιφλεγμονώδη, ολέθρια, επιζήμιες, άτακτος.
διχαστική Συνώνυμο συνδέσεις: αναστάτωση, ανησυχητική, όχι αρμονικός, προβληματική, προκλητική, καταστροφή, ολέθρια, άτακτος,

διχαστική Αντώνυμα