διασταυρώνονται Συνώνυμα


Διασταυρώνονται Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • σταυρός, χάσμα, εγκάρσια, διακοπής, διατομης, σταυρωτό, διχοτομούν, κόβουν απέναντι.
διασταυρώνονται Συνώνυμο συνδέσεις: χάσμα, εγκάρσια,