γρανάζι Συνώνυμα


Γρανάζι Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • εμποδίσουμε, συγκράτηση, δεσμεύουν, manacle, περιορίζει, να τους δέσουν χειροπόδαρα, straitjacket, λουρί, κοψαδούρος, μανωμένα, σακατεύω, κουτσαίνω, αλυσίδα, πρόσδεσης, στερεώστε.
γρανάζι Συνώνυμο συνδέσεις: συγκράτηση, δεσμεύουν, manacle, μανωμένα, σακατεύω, αλυσίδα, πρόσδεσης, στερεώστε,

γρανάζι Αντώνυμα