γαϊδούρινος Συνώνυμα


Γαϊδούρινος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ανόητη, απερίσκεπτη, ηλίθιο, ανόητο, γελοίο, ανόητος, παράλογο, ηλίθιος.
γαϊδούρινος Συνώνυμο συνδέσεις: ανόητη, απερίσκεπτη, ηλίθιο, ανόητο, γελοίο, ανόητος, παράλογο, ηλίθιος,

γαϊδούρινος Αντώνυμα