αχαλίνωτη Συνώνυμα


Αχαλίνωτη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ανεξέλεγκτη, απείθαρχοι, μέθυσος, ακυβέρνητη, δυσεπίλυτο, αναρχούμενοι, υπερβολική, έκφυλος, ταραχώδης, uncurbed.
αχαλίνωτη Συνώνυμο συνδέσεις: ανεξέλεγκτη, μέθυσος, δυσεπίλυτο, έκφυλος, ταραχώδης,

αχαλίνωτη Αντώνυμα