αστράπτων Συνώνυμα


Αστράπτων Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ακτινοβόλο, λαμπρό, φωτεινό, λαμπερό, περίλαμπρος, ακτινοβολούν.
αστράπτων Συνώνυμο συνδέσεις: λαμπερό, περίλαμπρος, ακτινοβολούν,

αστράπτων Αντώνυμα