απολαυστικός Συνώνυμα


Απολαυστικός Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ευχάριστο, γοητευτικό, νόστιμα, φίνο, ελκυστικό, ορεκτικό, θρούμπι, νόστιμος, νόστιμο, προσκαλεί, δελεαστικός, ευχάριστη.
απολαυστικός Συνώνυμο συνδέσεις: ευχάριστο, γοητευτικό, νόστιμα, φίνο, ελκυστικό, θρούμπι, νόστιμος, δελεαστικός, ευχάριστη,

απολαυστικός Αντώνυμα