αποκλεισμός Συνώνυμα


Αποκλεισμός Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • απόφραξη, οδόφραγμα, εμπόδιο, όριο, διακοπή, κλείσιμο, περιορισμό.
αποκλεισμός Συνώνυμο συνδέσεις: οδόφραγμα, εμπόδιο, όριο, διακοπή, κλείσιμο,