απειλεί Συνώνυμα


Απειλεί Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • απειλητικό, επικίνδυνος, προαίσθημα, σκοτεινό, χαμηλώνει, δυσοίωνος, δυσοίωνο, απαγορεύοντας, προειδοποίηση.
απειλεί Συνώνυμο συνδέσεις: απειλητικό, προαίσθημα, σκοτεινό, δυσοίωνος, δυσοίωνο, απαγορεύοντας, προειδοποίηση,

απειλεί Αντώνυμα