ανεξάντλητη Συνώνυμα


Ανεξάντλητη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ακούραστη, ακούραστος, unwearied, με μεγάλη αντοχή, επίμονοι, αδιάκοπη, όρθιος, απτόητος, επιμονή.
  • απεριόριστη, απέραντο, ατελείωτο, απεριόριστος, άπειρο, ατέλειωτες, ανυπολόγιστη, άμετρος.
ανεξάντλητη Συνώνυμο συνδέσεις: ακούραστη, ακούραστος, με μεγάλη αντοχή, αδιάκοπη, όρθιος, απτόητος, επιμονή, απεριόριστη, απέραντο, άπειρο, ατέλειωτες, ανυπολόγιστη, άμετρος,

ανεξάντλητη Αντώνυμα