αδιακρισία Συνώνυμα


Αδιακρισία Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • παρατυπία, παραπάτημα, ολίσθησης, λήξη, παράπτωμα, λάθος, τρέλα, γκάφα, gaucherie.
αδιακρισία Συνώνυμο συνδέσεις: παραπάτημα, ολίσθησης, λήξη, παράπτωμα, λάθος, τρέλα, γκάφα, gaucherie,