έλεος Συνώνυμα


Έλεος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • δώρο θεού, ευλογία, απροσδόκητα, χάριτος.
  • συμπόνια, καλοσύνη, ευγένεια, ανοχή, κρίμα, φιλανθρωπία, χάριτος, επιείκεια, lenity, συγχώρεση.
έλεος Συνώνυμο συνδέσεις: ευλογία, απροσδόκητα, χάριτος, συμπόνια, καλοσύνη, ευγένεια, ανοχή, φιλανθρωπία, χάριτος, επιείκεια, lenity, συγχώρεση,

έλεος Αντώνυμα